Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο (Σαντιάγο της Χιλής, 1953 - Βαρκελώνη 2003), πεζογράφος και ποιητής, έχει επιβληθεί ως ένας από τους σημαντικότερους Λατινοαμερικανούς συγγραφείς του καιρού μας. Γεννήθηκε στη Χιλή, αλλά σε ηλικία 13 ετών μετανάστευσε με την οικογένειά του στο Μεξικό. Το 1973 αποφάσισε να επιστρέψει στη Χιλή προκειμένου να στηρίξει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Αλλιέντε, έφτασε όμως λίγες μέρες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοσέτ. Συνελήφθη για τη συμμετοχή του στην αντίσταση ενάντια στη δικτατορία, ενώ μετά την απελευθέρωσή του επέστρεψε στο Μεξικό, απ' όπου αργότερα μετανάστευσε στην Ισπανία (1978) για να εγκατασταθεί οριστικά στην Blanes, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη της Καταλωνίας. Πέθανε στη Βαρκελώνη το 2003 από μια δυσλειτουργία του ήπατος, η οποία τον ταλαιπωρούσε για περισσότερο από μία δεκαετία. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1975. Ωστόσο, αν και ξεκίνησε από την ποίηση, γρήγορα στράφηκε στην πεζογραφία· έγραψε συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και μυθιστορήματα. Για το μυθιστόρημά του "Los detectives salvajes" τιμήθηκε με τα βραβεία Herralde (1998) και Romulo Gallegos (1999), ενώ για το "Llamadas telefonicas" ("Τηλεφωνήματα", 2009, Εκδόσεις Άγρα) τού απονεμήθηκε το 1998 το Premio Municipal de Santiago de Chile, η ανώτατη λογοτεχνική διάκριση στη Χιλή. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, "2666" (εκδ. Άγρα, 2011), θεωρείται η κορύφωση της μυθοπλαστικής του ικανότητας, κέρδισε το 2004, έναν χρόνο μετά το θάνατο του συγγραφέα, το βραβείο Salambo για το καλύτερο ισπανόφωνο μυθιστόρημα. Έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και η επιρροή του θεωρείται από τις σημαντικότερες στη σύγχρονη ισπανόφωνη λογοτεχνία.
Η Νυχτωδία της Χιλής θέτει στο προσκήνιο τον Χιλιανό Σεμπαστιάν Ουρούτια Λακρουά, ιερέα και κριτικό λογοτεχνίας, μέλος του Opus Dei και μέτριο ποιητή, ο οποίος, κατά τη διάρκεια μιας νύχτας αγωνίας, προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του από τις κατηγορίες που ακούει και οι οποίες πιθανώς είναι μια τελευταία εκδήλωση της συνείδησής του πριν απ’ το θάνατό του...