Σε ολόκληρη τη μακρά περίοδο των έξι ή επτά αιώνων της κατοχής, τουλάχιστον μετά το 1204, η ορθοδοξία αποτελεί τον κατ’ εξοχήν φορέα της διατήρησης της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων, ακριβώς διότι η ελληνική ιδιοπροσωπία, κατέναντι των των Τούρκων αλλά και των Λατίνων, αναδεικνύεται, πρωταρχικώς, ως θρησκευτική ιδιοπροσωπία. Τα εκατομμύρια των εξισλαμισθέντων της Μικράς Ασίας και των Βαλκανίων χάθηκαν οριστικά για την ελληνισμό. Συναφώς, ο ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε αποφασιστικός: ο ελληνισμός επιβίωσε διά της ορθοδοξίας. Στη Δύση, η καθολική θρησκεία αποτέλεσε επί πολλούς αιώνες τον αντίπαλο της εθνικής συγκρότησης των ευρωπαϊκών λαών, ο διαφωτισμός θα στραφεί κατ’ εξοχήν εναντίον του Πάπα και της καθολικής Εκκλησίας, η δε εθνική ταυτότητα θα επιβεβαιωθεί, συχνά, μέσω της σύγκρουσης με την Εκκλησία. Αντίθετα, ο ελληνικός κόσμος δεν αντιμετωπίζει μόνο μια διπλή κατοχή -την Τουρκοκρατία και τη Φραγκοκρατία-, αλλά και μια διττή πνευματική απειλή: Η τουρκική κατοχή είναι ταυτοχρόνως και ένα διαρκές εγχείρημα επιβολής του ισλάμ, διά των εξισλαμισμών και του παιδομαζώματος, ενώ η φραγκική παρουσία δεν περιορίζεται στα κατεχόμενα εδάφη αλλά και επιχειρεί να μεταβάλει τον ελληνικό κόσμο σε θρησκευτικό-πνευματικό παράρτημα της Δύσης. Παράλληλα, λοιπόν, με τη διαρκή αντίσταση στα μέτωπα των πολεμικών συγκρούσεων, ο ελληνισμός θα διασωθεί ακουμπώντας στις μείζονες πνευματικές παρακαταθήκες του, στην ορθόδοξη πίστη, τη γλώσσα, τη συνείδηση της ιστορικής του διαχρονίας και, τέλος, τη λαϊκή παράδοση. Και η Εκκλησία, ως ο σημαντικότερος θεσμός του υπόδουλου γένους, θα διεξάγει έναν αδιάκοπο "διμέτωπο" αγώνα για να διασφαλίσει την ορθόδοξη-ελληνική ιδιοπροσωπία.