Κι αν έχουμε ταξιδέψει μαζί με τον Οδυσσέα πάνω στο καράβι του! Στη φαντασία μας, βέβαια, μόνο! Διότι η Μεσόγειος, μέχρι πρόσφατα, κρατούσε στον βυθό της, απρόσιτα για μας, τα ναυαγισμένα σκαριά. Ποια είναι όμως η ιστορική πραγματικότητα; Πώς ήταν τα πλοία των Μυκηναίων και των ομηρικών ηρώων; Για ποιους λόγους ανοίγονταν «ἐπ΄΄ εὐρέα νῶτα θαλάσσης» και ποιοι ήταν οι προορισμοί τους; Τι αναζητούσαν στα διαμεσογειακά ταξίδια τους και πώς αντιμετώπιζαν τις δυσκολίες στις θαλάσσιες ρότες; Πώς ήταν η ζωή εν πλω και πού αναζητούσαν ασφαλή αγκυροβόλια; Ποιοι λαοί συμπλέανε στα καταστρώματα των πλοίων και πώς αλληλεπιδρούσαν οι ναυτικοί και οι πολιτισμοί του Αιγαιακού κόσμου με αυτούς της Αιγύπτου, της Φοινίκης και της Κύπρου; Ποια ήταν τα μυστικά των ναυδόμων για την επιλογή της ξυλείας και ποια εργαλεία είχαν στη διάθεσή τους; Πώς ναυπηγούσανε καράβια χωρίς αρχικό σκελετό και χωρίς καρφιά; Μέσα από μία σπειροειδή προσέγγιση, με αφετηρία τη ναυπηγική ανάγνωση της «σχεδίας» του Οδυσσέα, αντιπαραβάλλονται οι αναφορές στα ομηρικά έπη σε πλοία και θαλασσινά ταξίδια με τις αρχαιολογικές πηγές: σκαριφήματα πλοίων σε αγγεία Μυκηναϊκής και Γεωμετρικής Εποχής, εικονογραφικά παράλληλα σκαφών των ναυτικών πολιτισμών της ΝΑ Μεσογείου, ναυαγισμένα σκαριά σε όλη την έκταση της Μεσογείου σε διάστημα χιλίων χρόνων (14ο – 5ο αι. π.Χ.). Δυσεπίλυτα ερωτήματα απαντώνται μέσα από τεχνικές μελέτες και πειράματα. Χάρτες, σχέδια, φωτορεαλιστικές αναπαραστάσεις, φωτογραφίες υποβρύχιων ανασκαφών και μουσειακών αντικειμένων εμπλουτίζουν τη σύνθεση της εικόνας των πλοίων και της ζωής στα διαμεσογειακά ταξίδια. Προκειμένου να μυήσει τον αναγνώστη, η συγγραφέας ανασυνθέσει το αντικείμενό της σε τρία επίπεδα. Το πρώτο είναι αυτό του πυρήνα της βραβευμένης από την Ακαδημία Αθηνών (2006) επιστημονικής έρευνάς της, ο οποίος παρουσιάζεται με εύληπτο και κατανοητό για το ευρύ κοινό τρόπο. Το δεύτερο αφηγείται τις αναζητήσεις της «Διεπιστημονικής Ομάδας Ναυτικής Αρχαιολογίας του Ξυλοκάστρου», που είχε την τύχη να εκπονεί τη μελέτη για την κατασκευή μιας μυκηναϊκής εικοσόρου την εποχή που η Ναυτική Αρχαιολογία έθετε τα θεμέλιά της. Στο τρίτο επίπεδο η συγγραφέας, αναπλάθοντας το απτό υλικό των υποβρύχιων ανασκαφών, διηγείται τις περιπέτειες μιας Μυκηναίας σε μία ριψοκίνδυνη ναυτική αποστολή στις φημισμένες τότε πολιτείες της ΝΑ Μεσογείου. Το βιβλίο, καρπός υπερδεκαετούς έρευνας, ανοίγει, στην ουσία, μια θύρα ερμηνείας των μακραίωνων δράσεων του ελληνικού πολιτισμού, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, μέσα από την οποία αναδεικνύεται εναργέστερα ο χαρακτήρας του: καταδεικνύει ότι δεν τον χαρακτηρίζει μόνο το άγγιγμα της θάλασσας, αλλά ότι σημαντικές επιλογές και εκφράσεις του διαμορφώθηκαν μέσα από τη ναυτική διάστασή του.