Don't have an account?
Create an account
Ο Τζιμ Μόρισον δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος μουσικός που ασχολήθηκε με την ποίηση. Να όμως που αυτή η ποίηση (αντίθετα απ ό,τι συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις), δεν είναι ούτε το προανάκρουσμα ούτε το συμπλήρωμα της μουσικής του. Προέρχεται από έναν άλλο χώρο όπου το αυτί δεν έχει ανακαλύψει ακόμα το θάνατο και τη μελωδία στο ψιθύρισμα των Σειρήνων, και όπου το κυρίαρχο όργανο είναι το μάτι. Είναι η εποχή που ο Μόρισον σπούδαζε γοητευμένος την τέχνη και την τεχνική του κινηματογράφου, και πίστευε, όπως όφειλε να πιστεύει, ότι το μυστικό αυτού του κόσμου κρύβεται στα παιχνίδια της όρασης, στην ψυχολογία του ηδονοβλεψία και του υποταγμένου θεατή, στη μοιραία και λυπηρή φιλοσοφία εκείνου που τυφλώνεται να γνωρίσει την αλήθεια, όπως ο Οιδίποδας. Το μπέρδεμα των ειδών είναι και εδώ συνέπεια μιας προσπάθειας ερμητικής και φιλόδοξης: αυτά τα κείμενα μπορούν να διαβαστούν σαν αφορισμοί ή σαν σημειώσεις για τα δοκίμια που δεν γράφτηκαν, επειδή μιλάνε ειλικρινά για την πραγματικότητα που χάθηκε εκεί που αργότερα γεννήθηκε το θέαμα και η παράσταση· μπορούν όμως να διαβαστούν σαν ποιήματα επειδή ξεναγούν τον αναγνώστη τους κόσμο της οφθαλμαπάτης και της αλχημείας, σε έναν κόσμο φτιαγμένο από λέξεις που είναι γεμάτες (όπως οι λέξεις του Ρεμπώ) από μεγαλοφυΐα και πένθιμη συγκίνηση. Μοιάζουν να μιλάνε για την επανάσταση αυτά τα ποιήματα, στην πραγματικότητα όμως να μη μιλάνε παρά για μια επαναστατική ποίηση, δηλαδή για μια επανάσταση της μορφής.