Το βιβλίο εξετάζει εκτενώς την μακρά διαδικασία που ακολούθησε ο Ελληνικός Στρατός, έως τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, προκειμένου να εξοπλιστεί με άρματα μάχης και να αποκτήσει εν μέρει το στοιχείο της μηχανοκίνησης, στοιχεία που αναπτύχθηκαν κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και έμελλε πλέον να κυριαρχήσουν στο μελλοντικό πεδίο της μάχης. Αμέσως μετά την Μικρασιατική Εκστρατεία, οι Έλληνες επιτελείς ανάμεσα στα φιλόδοξα σχέδια για τον επανεξοπλισμό του Στρατού, προώθησαν και την θεωρητική δημιουργία των πρώτων μονάδων αρμάτων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο συγγραφέας εξετάζει όσο είναι αυτό δυνατό από τις υπάρχουσες πηγές, τις αναφορές στις πρώτες επαφές και εμπειρίες που είχε ο Ελληνικός Στρατός με τεθωρακισμένα οχήματα και άρματα μάχης στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την εκστρατεία στην Μεσημβρινή Ρωσσία, όπως και τις σκέψεις που ίσως έγιναν κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία, έως την απόκτηση των πρώτων τεθωρακισμένων φορτηγών αυτοκινήτων, σε ρόλο επιτήρησης του Δημοσίου Χώρου. Με χρονολογική σειρά στην συνέχεια, παρατίθενται οι γενικές προβλέψεις και σχέδια που τέθηκαν επί τάπητος στα πλαίσια ενός γενικότερου προγράμματος αναδιοργάνωσης, προκειμένου να αποφασιστική τελικά η προμήθεια μόλις 2 ελαφρών αρμάτων μάχης και 2 τεθωρακισμένων οχημάτων αναγνώρισης κατά το 1930. Αφού περιγραφεί η εκπαίδευση που παρείχετο στα Στελέχη του Ελληνικού Στρατού τα επόμενα χρόνια και η δράση των τεθωρακισμένων αυτών στα διάφορα κινήματα τα επόμενα χρόνια, περιγράφεται η νέα κινητικότητα που παρατηρείται με την εκπόνηση μεγάλου εξοπλιστικού προγράμματος, ενώ όλη η Ευρώπη τελεί σε μια εξοπλιστική φρενίτιδα, με αφορμή τον γερμανικό αναθεωρητισμό. Είναι η εξέταση αυτής ακριβώς της περιόδου η οποία ερευνάται με κάθε λεπτομέρεια όσον αφορά τις προοπτικές που υπήρχαν και τελικά ενώ τέθηκαν παραγγελίες για άρματα μάχης, ο Ελληνικός Στρατός απλά κατόρθωσε να σχηματίσει τις πρώτες μηχανοκίνητες μονάδες (Μηχανοκίνητο Σύνταγμα Ιππικού και Μηχανοκίνητη Πυροβολαρχία Škoda ). Προκειμένου, όμως, να καταστεί πλήρως κατανοητό από τον αναγνώστη το γενικότερο πλαίσιο και περιβάλλον που είχε διαμορφωθεί και η κατάσταση στην οποία τελούσαν οι Ένοπλες Δυνάμεις στο α’ μισό της δεκαετίας του 1930, κρίθηκε απαραίτητη η παρεμβολή ενός ολόκληρου κεφαλαίου. Σε αυτό περιγράφεται αναλυτικά, η γενικότερη κυβερνητική πολιτική η οποία είχε ακολουθηθεί τα προηγούμενα χρόνια όσον αφορά τις Ένοπλες Δυνάμεις, ώστε να γίνουν αντιληπτές οι τεράστιες ανάγκες που υπήρχαν σε υλικό, τα οικονομικά δεδομένα, ο επιτελικός σχεδιασμός και το εξοπλιστικό πρόγραμμα με τις προτεραιότητες που τέθηκαν προς υλοποίηση. Ο συγγραφέας διεξήγαγε εξαντλητική έρευνα όχι μόνο στην υφιστάμενη βιβλιογραφία, αλλά βάσισε το έργο κυρίως σε ελληνικές μα και ξένες αρχειακές πηγές, με αποτέλεσμα την παράθεση εντελώς ανέκδοτου υλικού, άκρως ενδιαφέροντος. Ως εκ τούτου, η μελέτη χαρακτηρίζεται από την πληθώρα αναφορών, οι οποίες αποτυπώνονται σε πρωτότυπους πίνακες (σύνολο 17) και μεγάλο αριθμό παραρτημάτων (σύνολο 45) που προσφέρουν στον αναγνώστη πολύπλευρη κάλυψη του θέματος. Το αποτέλεσμα είναι ένα πραγματικός πακτωλός άγνωστων ιστορικών, οικονομικών, πολιτικών, στρατιωτικών δεδομένων, να προσφέρονται για πρώτη φορά στον έλληνα αναγνώστη. Πέραν της προαναφερθείσης πρωτοτυπίας του έργου, που έγκειται στην σχετικά εκτενή περιγραφή του οικονομικοπολιτικοστρατιωτικού πλαισίου που αναπτύσσεται την περίοδο που εξετάζεται το ζήτημα της απόκτησης τεθωρακισμένων, ιδιαίτερη αξία μπορεί να αποδοθεί και στο γεγονός ότι για πρώτη φορά η σύγχρονη ελληνική βιβλιογραφία, παρέχει την ευκαιρία στο αναγνωστικό κοινό, να λάβει μια πρώτη εμπεριστατωμένη απάντηση μέσα από εκτενή και συνδυαστική παράθεση στοιχείων και παραγόντων, σε ερωτήματα και θέματα όπως, η συμμετοχή των θωρακισμένων στα διάφορα κινήματα της δεκαετίας του 1920 και 1930, το δίλημμα μηχανοκίνησης ή οχύρωσης και πως αυτό ετίθετο την εποχή εκείνη, οι εισηγήσεις του Συνταγματάρχη Δαβάκη επί του ζητήματος της μηχανοκίνησης, το θέμα των αγγλογαλλικών πιστώσεων που εξασφαλίστηκαν το 1939, η αντίστοιχη ανάπτυξη του αρματικού δυναμικού των βαλκανικών χωρών και οι πληροφορίες που είχε το ελληνικό Επιτελείο, η οργάνωση του παρεμφερούς αντικειμένου της αντιαρματικής άμυνας και η εικόνα που είχε σχηματίσει το ΓΕΣ βάσει πληροφοριών που ελάμβανε για το όπλο των τεθωρακισμένων από τις εκθέσεις που λάμβανε για την δράση των γερμανικών στρατευμάτων κατά τις επιχειρήσεις στην Πολωνία και Γαλλία.